Κραυγή οδύνης από την ύπαιθρο

ΧΙΟΝΙΣΜΕΝΟ-ΧΩΡΙΟ

Κραυγή οδύνης από την ύπαιθρο

Πολίτες δεύτερης κατηγορίας

[Η ΘΕΣΗ ΜΑΣ]

ΧΙΟΝΙΣΜΕΝΟ-ΧΩΡΙΟ

Η ύπαιθρος τα τελευταία χρόνια αργοπεθαίνει! Ποιος όμως νοιάστηκε αληθινά γι’ αυτήν; Ισχυρίζονται οι εκάστοτε κυβερνήσεις ότι έχουν σχεδιάσει και υλοποιήσει συγκεκριμένη στρατηγική ανάπτυξης. Αυτή όμως είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι ότι η ανάπτυξη που έχει προωθηθεί στην ύπαιθρο μέχρι σήμερα έχει δυστυχώς πολλές ακανθώδεις διαστάσεις. Αφενός διότι δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει μια αυτόνομη και αυτοτροφοδοτούμενη δυναμική που να επιτρέπει στην ύπαιθρο να συμβάλλει στο μέγιστο των δυνατοτήτων της στην ανάπτυξη του τόπου μας. Αφετέρου διότι, ακόμα και τα βήματα που έχουν γίνει, συχνά έχουν σοβαρές επιπτώσεις στις επερχόμενες γενεές – οικονομικά και ασφαλώς περιβαλλοντικά.

 

Προβλήματα

Πρόβλημα 1ο: Το δημογραφικό. Το πρόβλημα αυτό παρουσιάζει δύο πτυχές. Την πτυχή ενός πληθυσμού που γερνάει, χωρίς να αναπληρώνεται, και την πτυχή των νέων ανδρών, που εμφανίζοντας χαμηλότερη κινητικότητα από τις νέες γυναίκες, μένουν στην περιφέρεια, με περιορισμένες δυνατότητες για προσωπική και οικογενειακή ζωή. Οι δύο αυτές πτυχές αλληλοτροφοδοτούνται και τροφοδοτούν και το επόμενο πρόβλημα, της έλλειψης δυναμισμού στις αγροτικές περιοχές.

Το δεύτερο, λοιπόν, πρόβλημα συνίσταται στο ότι δεν υπάρχει έντονη παρουσία δυναμικών δραστηριοτήτων στην ύπαιθρο. Η ύπαιθρος και ειδικότερα η γεωργία, που αποτελεί την κύρια σήμερα δραστηριότητα στην ύπαιθρο, συχνά παρουσιάζεται ως λύση στο πρόβλημα της ανεργίας. Και έτσι θα έπρεπε να ήταν. Αλλά δυστυχώς η τρέχουσα εικόνα της γεωργίας είναι αποκαρδιωτική. Την ίδια ώρα λανθασμένα η γεωργία λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ως τομέας απορρόφησης ατόμων που δεν έχουν εναλλακτικές ευκαιρίες απασχόλησης. Κάτι δηλαδή αντίστοιχο με την υποτιθέμενη, μη βιώσιμη, διέξοδο που δίνει η αυτοαπασχόληση στα αστικά κέντρα. Ως αποτέλεσμα, ένα ποσοστό του συνολικού πληθυσμού απασχολείται στη γεωργία, με ένα πολύ υψηλό βαθμό υποαπασχόλησης. Το χειρότερο, δε, είναι ότι συχνά συνθηκολογούμε με την ιδέα μιας γεωργίας που δεν προσδοκά ρόλο άλλον από αυτόν της διαιώνισης παθογενειών και διατήρησης τμημάτων της κοινωνίας που έχουν ξεπεραστεί από την πραγματικότητα. Και αυτό οδηγεί σε συνεχείς απαιτήσεις έναντι της πολιτείας, ώστε αυτή να αντισταθμίσει μια αδυναμία προσαρμογής!

Το τρίτο πρόβλημα της υπαίθρου είναι η συχνά παρατηρούμενη κατασπατάληση των φυσικών πόρων (νερού, εδάφους κλπ), η υποβάθμισή τους και η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, που συχνά προκαλείται από ανταγωνιστικές προς τη γεωργία χρήσεις της γης, όπως είναι η ανεξέλεγκτη δόμηση.

Το τέταρτο πρόβλημα απορρέει σε μεγάλο βαθμό από τα προαναφερθέντα, αλλά έχει και μια άλλη διάσταση που επιτάσσει ιδιαίτερη μνεία. Αφορά την υστέρηση στην αντίληψη των επερχόμενων μεταβολών, την ακαμψία έναντι της ανάγκης για προσαρμογή, τελικά στην έλλειψη αντίδρασης και προσαρμογής σε συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες.  Έχουμε αποδεχθεί την εικόνα μιας υπαίθρου που έχει βιαστεί να αφήσει πίσω της σαν “ξεπερασμένες” τις παραδόσεις και τη σοφία των καταβολών της, ενώ ταυτόχρονα αρνείται να δεχθεί ότι αποτελεί μέρος μιας πραγματικότητας παγκόσμιων αλληλεπιδράσεων και ταχύτατων και συνεχών μεταβολών.

 DSC03897

Μέτρα

Ας έρθουμε τώρα στο ζητούμενο, τα μέτρα για την ενδυνάμωση της υπαίθρου. Αυτή δε μπορεί να επιτευχθεί, παρά εάν αντιμετωπίσουμε στη ρίζα και ταυτοχρόνως και τα τέσσερα αυτά προβλήματα. Με λίγα λόγια, η ενδυνάμωση της υπαίθρου απαιτεί ολοκληρωμένη προσέγγιση και καθαρή αντίληψη των υφιστάμενων αλληλεξαρτήσεων, αλληλεπιδράσεων και συνεργιών. Απαιτεί καθαρό ορισμό του προβλήματος και βούληση για καθαρές λύσεις.

Απαιτεί καθαρή ματιά στην πραγματικότητα. Όταν εξαναγκάζουμε με επιδοτήσεις την ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού και την εγκαθίδρυση ή την παραμονή ηλικιακά νέων ανθρώπων στη γεωργία, ματαιοπονούμε. Η γεωργία για να αναπτυχθεί κατά τρόπο ουσιαστικό απαιτεί μιαν άλλη αντίληψη των ατόμων που θα ασχοληθούν μ’ αυτήν. Απαιτεί πρώτα απ’ όλα αναγνώριση του γεγονότος ότι η ύπαιθρος έχει ανάγκη και από άλλες δραστηριότητες για να αναπτυχθεί με τρόπο βιώσιμο –για την ίδια και για τη χώρα. Ένας σύγχρονος γεωργικός τομέας αποτελεί μία μόνο από τις δραστηριότητες που θα οδηγήσει στην ενδυνάμωση της υπαίθρου.

Η ενδυνάμωση της υπαίθρου είναι συνυφασμένη με μια βιώσιμη ανάπτυξη της υπαίθρου. Κι αυτό προϋποθέτει την ανάπτυξη και απελευθέρωση ενός σύγχρονου και δυναμικού ρεύματος κίνησης από τα αστικά κέντρα προς την ύπαιθρο. Ένας τέτοιος προσανατολισμός ενδεχομένως να είναι πολύ πιο αποτελεσματικός από τις έξωθεν προσπάθειες επιβολής ενός σύγχρονου τρόπου σκέψης και λειτουργίας σε άτομα με υψηλές αντιστάσεις σε οποιαδήποτε προσπάθεια προσαρμογής, είτε λόγω ηλικίας είτε λόγω χαμηλής κινητικότητας.

Έχουμε ανάγκη να προσελκύσουμε δυναμικά στοιχεία, που ήδη αναγνωρίζουν τα πλεονεκτήματα που παρέχει η ύπαιθρος ως προς την ποιότητα ζωής, που σέβονται το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους, που συνδέουν την βιωσιμότητα όχι μόνο με τη δική τους ευημερία, αλλά και με εκείνη των παιδιών τους. Τέτοια άτομα αισθάνονται συχνά εγκλωβισμένα στα αστικά κέντρα, γιατί δεν έχουν εναλλακτική επαγγελματική λύση στην ύπαιθρο. Ή γιατί δεν έχουν τις κατάλληλες υποδομές για μακροχρόνιο οικογενειακό προγραμματισμό.

Είναι κρίσιμο λοιπόν να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για να μπορέσουν αυτά τα άτομα να στραφούν στην ύπαιθρο. Πρέπει να δημιουργήσουμε τις συνθήκες που θα επιτρέψουν σε δυναμικά άτομα να εργασθούν εκεί και να αναπτυχθούν επιχειρηματικά αλλά και κοινωνικά. Αυτά τα άτομα δεν εστιάζουν στις επιδοτήσεις, ακριβώς διότι έχουν μια ολοκληρωμένη προσέγγιση και στις δυνατότητες αλλά και στις αδυναμίες μιας μετεγκατάστασης στην ύπαιθρο. Η στήριξη ενός επιχειρηματικού εγχειρήματος απαιτεί πολλά περισσότερα από ένα επίδομα εγκατάστασης. Κι όσο πιο σοβαρά βλέπει κανείς αυτό το εγχείρημα τόσο περισσότερες παραμέτρους θα λάβει υπόψη του πριν οποιαδήποτε απόφαση.

Χρειάζονται καλές υποδομές υγείας, παιδείας, συγκοινωνίας. Χρειάζεται πρόσβαση στην ψυχαγωγία, αλλά και την άμεση και έγκυρη ενημέρωση. Ιδιαίτερα, όταν οι δομές τεχνικής στήριξης υπολείπονται των σύγχρονων απαιτήσεων. Αυτό σημαίνει, ότι πρέπει να υπάρξει η ανάπτυξη ευρυζωνικών δικτύων ακόμα και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές. Ιδίως σε αυτές. Τα ευρυζωνικά δίκτυα, που πράγματι έχουν ασύμφορο κόστος, θα πρέπει να αντιμετωπισθούν ως δημόσιο αγαθό, την παροχή των οποίων θα πρέπει να αναλάβει η ΕΕ και τα κράτη μέλη. Τα ευρυζωνικά δίκτυα είναι η πύλη στην επιχειρηματικότητα, στη δικτύωση με ίσες δυνατότητες, στον επαγγελματισμό και τις καινοτομίες, στην παράκαμψη στρεβλώσεων. Τα ευρυζωνικά δίκτυα είναι η πύλη στο «παγκόσμιο χωριό», την ενημέρωση χωρίς εξαρτήσεις, την ψυχαγωγία. Και είναι ο πιο άμεσος τρόπος προσέλκυσης δυναμικών στοιχείων. Εκείνων που θα δημιουργήσουν νέες ανάγκες και με αυτές θα δημιουργήσουν νέες δουλειές και υπηρεσίες.

Η ενδυνάμωση της υπαίθρου πρέπει να βασισθεί σε νέο αίμα και σε όποιες υποδομές είναι απαραίτητες για να το προσελκύσουν. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να μετατρέψουμε τη γεωργία σε έναν κλάδο δυναμικό και βιώσιμο. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να κόψουμε το γόρδιο δεσμό μιας αναπτυξιακής κατεύθυνσης για την ύπαιθρο που βλέπει τη δόμηση σαν υποκατάστατο της γεωργίας. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να μειώσουμε τις ανισότητες στην ύπαιθρο, να δημιουργήσουμε θέσεις απασχόλησης με υψηλή προστιθέμενη αξία, να αξιοποιήσουμε τον πλούτο της υπαίθρου, προστατεύοντάς τον.

Share this post